Η αιθαλομίχλη επανέρχεται στα Ιωάννινα, προκαλώντας ανησυχία για τη δημόσια υγεία και την ποιότητα ζωής στην περιοχή, όπως καταγράφηκε στην εκδήλωση – ημερίδα του Δήμου Ιωαννιτών.
Οι βουλευτές Γ. Αμυράς και Μ. Τζούφη μίλησαν για «σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία», ενώ ο περιφερειάρχης Καχριμάνης αναφέρθηκε σε πρόγραμμα ενεργειακής αναβάθμισης ύψους 10 εκατομμυρίων ευρώ στο ΕΣΠΑ. Το πρόγραμμα θα αφορά εγκατάσταση αντλιών θερμότητας στο λεκανοπέδιο Ιωαννίνων. Ωστόσο, όπως είπε, η πρόταση έχει καθυστερήσει λόγω παρατηρήσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία ζήτησε ένα πιο ολοκληρωμένο σχέδιο ενεργειακής αναβάθμισης. «Αν εγκριθεί, θα δοθεί ουσιαστική ανάσα στα πιο ευάλωτα νοικοκυριά», συμπλήρωσε, επισημαίνοντας ότι το πρόγραμμα “Εξοικονομώ” εξακολουθεί να παρουσιάζει δυσκολίες και καθυστερήσεις.
Ο δήμαρχος Θ. Μπέγκας υπογράμμισε «την ανάγκη πολιτικής βούλησης και υπεύθυνης στάσης», ενώ το ΤΕΕ και οι ιατρικοί φορείς προειδοποίησαν για τους κινδύνους από την παρατεταμένη έκθεση στα αιωρούμενα σωματίδια.
Ο πρώην Πρύτανης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Καθηγητής Τριαντάφυλλος Αλμπάνης, στην τοποθέτησή του με θέμα «Αίτια και διεργασίες σχηματισμού και διασποράς της αιθαλομίχλης – Προτάσεις αντιμετώπισης του προβλήματος», ανέλυσε τα επιστημονικά δεδομένα που εξηγούν το φαινόμενο και ανέδειξε τις κατευθύνσεις για την αποτελεσματική του αντιμετώπιση. Όπως ανέφερε, τα λεπτά αιωρούμενα σωματίδια (PM2.5) αποτελούν τον κύριο παράγοντα ρύπανσης και προέρχονται από καύσεις στερεών καυσίμων, ορυκτών πηγών, εκπομπές οχημάτων, αλλά και από φυσικά φαινόμενα όπως η μεταφορά σκόνης ή οι πυρκαγιές. Οι ιδιαίτερες μετεωρολογικές συνθήκες του λεκανοπεδίου των Ιωαννίνων, όπως οι αναστροφές θερμοκρασίας και η άπνοια, παγιδεύουν τους ρύπους και ευνοούν τη συσσώρευσή τους, με αποτέλεσμα οι συγκεντρώσεις να φτάνουν σε επικίνδυνα επίπεδα για τη δημόσια υγεία.
Ο κ. Αλμπάνης τόνισε ότι τα μικροσωματίδια, λόγω του εξαιρετικά μικρού τους μεγέθους, εισχωρούν βαθιά στους πνεύμονες και μπορούν να περάσουν στην κυκλοφορία του αίματος, προκαλώντας σοβαρές επιπτώσεις στο αναπνευστικό και καρδιαγγειακό σύστημα, ενώ επηρεάζουν και τη συνολική ευεξία των πολιτών. Υπογράμμισε ότι η αντιμετώπιση του προβλήματος προϋποθέτει συνδυασμό πολιτικών: την ενίσχυση του δικτύου μετρήσεων με περισσότερους σταθμούς καταγραφής, τη συνεργασία του Δήμου με το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων για συνεχή επιστημονική παρακολούθηση, την αντικατάσταση των ρυπογόνων συστημάτων θέρμανσης με καθαρές τεχνολογίες, και την εφαρμογή ρυθμιστικών μέτρων και επιδοτήσεων για βιώσιμες λύσεις. Παράλληλα, πρότεινε την εντατικοποίηση των δράσεων ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης των πολιτών, καθώς και τη στροφή προς μια πιο βιώσιμη αστική κινητικότητα, που θα περιορίσει τις εκπομπές από τα οχήματα. Όπως κατέληξε, «η αιθαλομίχλη είναι ένα σύνθετο και πολυπαραγοντικό φαινόμενο, που απαιτεί συλλογική δράση, επιστημονική τεκμηρίωση και συνεκτικές πολιτικές για να διασφαλίσουμε καθαρότερο αέρα και καλύτερη ποιότητα ζωής για όλους».
Ο Καθηγητής Νικόλαος Χατζηαναστασίου παρουσίασε συνοπτικά τα ευρήματα από τα μακροχρόνια και υψηλής ανάλυσης μετρητικά δεδομένα που συλλέγονται στο λεκανοπέδιο των Ιωαννίνων. Όπως τόνισε, οι συνεχείς μετρήσεις από το 2008 και οι μετρήσεις υψηλής χρονικής ανάλυσης που διαθέτουμε σε σταθμούς όπως αυτοί που έχουν τοποθετηθεί στην Βηλαρά και στην Κιάφα, επιτρέπουν την αξιόπιστη καταγραφή των επεισοδίων αιθαλομίχλης και τη διάκριση των επιμέρους πηγών ρύπανσης.
Η ανάλυση των δεδομένων δείχνει ότι η καύση βιομάζας συμβάλλει καθοριστικά στις χειμερινές κορυφώσεις των αιωρούμενων σωματιδίων, ενώ παρατηρούνται επίσης σημαντικές συνεισφορές από την κυκλοφορία, την καύση ορυκτών/επεξεργασμένων καυσίμων και τη σκόνη. Ειδική ανησυχία προκάλεσαν τα αυξημένα επίπεδα βενζοπυρενίου που καταγράφονται κατά τους χειμερινούς μήνες, υπερβαίνοντας τα επίπεδα αναφοράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης — ένα εύρημα που υπογραμμίζει την ανάγκη για άμεση προτεραιοποίηση της δημόσιας υγείας.
Όπως είπε ο καθηγητής, οι μετρήσεις αποκαλύπτουν ότι τα επίπεδα βενζοπυρενίου στα Ιωάννινα είναι σχεδόν δυόμισι φορές υψηλότερα από το ετήσιο όριο που έχει θεσπίσει η Ευρωπαϊκή Ένωση, υπερβαίνοντας μάλιστα αισθητά τις αντίστοιχες τιμές που καταγράφονται σε άλλες πόλεις της χώρας. Παράλληλα, εντοπίζονται πολυαρωματικοί υδρογονάνθρακες και άλλα επικίνδυνα συστατικά, τα οποία συνδέονται άμεσα με σοβαρούς κινδύνους για τη δημόσια υγεία.
Από τον Φεβρουάριο του 2019 έως και σήμερα, τα δεδομένα του σταθμού μέτρησης στην οδό Βηλαρά καταγράφουν συχνές υπερβάσεις του ημερήσιου ορίου των 50 μικρογραμμαρίων ανά κυβικό μέτρο, το οποίο σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή νομοθεσία δεν θα πρέπει να υπερβαίνεται για περισσότερες από 35 ημέρες ετησίως. Ειδικότερα, τα στοιχεία δείχνουν:
- 2019: 37 ημέρες υπέρβασης
- 2020: 65 ημέρες
- 2021: 42 ημέρες
- 2022: 47 ημέρες
- 2023: 71 ημέρες
- 2024: 58 ημέρες
- 2025: ήδη 22 ημέρες υπέρβασης
Με βάση τη νεότερη ευρωπαϊκή σύσταση, που προβλέπει μείωση του επιτρεπτού ορίου σε 18 ημέρες υπέρβασης ανά έτος, τα Ιωάννινα συγκαταλέγονται πλέον στις πιο επιβαρυμένες περιοχές της Ελλάδας σε επίπεδο αιωρούμενων σωματιδίων.
Τέλος, ο Καθηγητής Πνευμονολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Κωνσταντίνος Κωστίκας, ανέδειξε τη σοβαρή επίπτωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην ανθρώπινη υγεία, τονίζοντας πως οι συγκεντρώσεις αιωρούμενων σωματιδίων (PM₂.₅ και PM₁₀), διοξειδίου του αζώτου (NO₂), όζοντος (O₃) και βενζοπυρενίου (BaP) συνδέονται τεκμηριωμένα με αυξημένα περιστατικά αναπνευστικών, καρδιαγγειακών και καρκινικών νοσημάτων.
Σύμφωνα με τα διεθνή και εθνικά δεδομένα που παρουσίασε, η έκθεση ακόμη και σε βραχυχρόνια επεισόδια υψηλής ρύπανσης αυξάνει σημαντικά τη θνητότητα, ιδίως σε αστικές περιοχές με περιορισμένο αερισμό, όπως το λεκανοπέδιο των Ιωαννίνων.