Παρά την εντυπωσιακή αύξηση στις αφίξεις τουριστών τα τελευταία χρόνια, τα έσοδα από τον τουρισμό δεν ακολουθούν την ίδια ανοδική πορεία. Οι επισκέπτες μένουν λιγότερο και ξοδεύουν λιγότερα, γεγονός που εγείρει ερωτήματα για τη βιωσιμότητα του ελληνικού τουριστικού μοντέλου.

Όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα μελέτης της Eurobank με τίτλο «Πυλώνας τουρισμού: Βασικά χαρακτηριστικά, επίδραση στην οικονομία, προκλήσεις, ευκαιρίες και προτάσεις πολιτικής» που δόθηκε πρόσφατα στη δημοσιότητα, τα τελευταία χρόνια το μοντέλο του ελληνικού τουρισμού μεταβάλλεται προς την κατεύθυνση «όλο και περισσότεροι τουρίστες οι οποίοι διαμένουν όλο και λιγότερο στη χώρα και αφήνουν όλο και λιγότερα χρήματα».
Σε έναν βαθμό αυτό οφείλεται σε μεταβολές στα μοτίβα της εξωτερικής ζήτησης. Ωστόσο, στον βαθμό στον οποίο η διόγκωση της ζήτησης μεταφράζεται σε υποβάθμιση του περιβάλλοντος και του επιπέδου παρεχόμενων υπηρεσιών, η διατηρησιμότητα αυτής της ζήτησης στο μακροχρόνιο διάστημα δεν είναι δεδομένη.
Σύμφωνα με την ίδια μελέτη, το κλειδί στην προσπάθεια στροφής σε ένα πιο διατηρήσιμο τουριστικό μοντέλο, είναι η επιδίωξη της αύξησης της οικονομικής συνεισφοράς του κλάδου, όχι μέσω αύξησης του αριθμού των αφίξεων, αλλά μέσω αύξησης της δαπάνης ανά επισκέπτη.
Από τα στοιχεία της μελέτης προκύπτει ότι την 5ετία 2020-2024, δηλαδή την περίοδο που περιλαμβάνει τη διαταραχή της πανδημίας, τη μεταπανδημική ανάκαμψη και την ενεργειακή κρίση (συνοδευόμενη από γεωπολιτικές εντάσεις), οι ταξιδιωτικές εισπράξεις στην Ελλάδα, μετά την κατακόρυφη συρρίκνωσή τους στα 4,3 δισ. ευρώ ή στο 2,6% του ΑΕΠ τον πρώτο χρόνο της πανδημίας (2020), ανέκαμψαν ταχέως στα 21,6 δισ. ευρώ ή στο 9,1% του ΑΕΠ το 2024. Παρά ταύτα, δεν ξεπέρασαν τα προ πανδημίας επίπεδα ως ποσοστό του ΑΕΠ, ενώ σε πραγματικούς όρους, ήτοι σε σταθερές τιμές, το απόλυτο μέγεθός τους ήταν μικρότερο κατά 1,6% σε σύγκριση με το 2019.
Η μέση δαπάνη των ταξιδιωτών μειώθηκε στα 530,6 ευρώ το 2024, από 640,4 ευρώ το 2010. Αυτό αντανακλά τη μείωση της μέσης διάρκειας παραμονής των ταξιδιωτών στην Ελλάδα στις 5,9 διανυκτερεύσεις το 2024, από 9,3 το 2010. Από το 2011 μέχρι το 2024 ο μέσος ετήσιος πληθωρισμός στην κατηγορία των εστιατορίων και ξενοδοχείων ήταν 1,9%. Συνεπώς, ο πραγματικός μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής της μέσης δαπάνης ανά διανυκτέρευση ήταν 0% την περίοδο 2011-2024 (-3,2% για τη μέση δαπάνη) και ο αντίστοιχος των ταξιδιωτικών εισπράξεων 3,9%.
Οι επιδόσεις του ελληνικού τουρισμού στο πεντάμηνο
Στο πρώτο πεντάμηνο του έτους οι διεθνείς αεροπορικές αφίξεις σημείωσαν άνοδο, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίου του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων. Συγκεκριμένα, την περίοδο Ιανουαρίου-Μαΐου 2025, καταγράφηκαν 6,3 εκατ. διεθνείς αεροπορικές αφίξεις, παρουσιάζοντας αύξηση κατά +351 χιλ./+5,9% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2024. Τον Μάιο καταγράφηκαν 3 εκατ. διεθνείς αφίξεις, παρουσιάζοντας αύξηση κατά +153 χιλ./+5,3% σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2024. Ανοδική παραμένει η πορεία στις επιμέρους γεωγραφικές ενότητες την περίοδο Ιανουαρίου-Μαΐου 2025. Ειδικότερα, οι περισσότερες διεθνείς αεροπορικές αφίξεις καταγράφηκαν στην Κρήτη, με 1,0 εκατ. επιβάτες, αυξημένες κατά +54 χιλ./+5,6% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2024. Ακολούθησαν τα Δωδεκάνησα, με 786 χιλ. αφίξεις (+26 χιλ./+3,3%) και τα Ιόνια Νησιά, με 547 χιλ. επιβάτες, παρουσιάζοντας αύξηση +27 χιλ./+5,2%. Στην Πελοπόννησο, οι αφίξεις ανήλθαν σε 38 χιλ. επιβάτες (+5 χιλ./+16%). Αντίθετα, οι Κυκλάδες αποτέλεσαν τη μοναδική γεωγραφική ενότητα με μείωση, καθώς καταγράφηκαν 133 χιλ. αφίξεις, μειωμένες κατά -24 χιλ./-15,3% σε σύγκριση με το 2024.
Αντίστοιχα, οι ταξιδιωτικές εισπράξεις την περίοδο Ιανουαρίου – Απριλίου 2025 κατέγραψαν άνοδο 10,6% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2024 και διαμορφώθηκαν στα 2.157 εκατ. ευρώ. Η εξέλιξη αυτή οφείλεται κυρίως στην αύξηση των εισπράξεων από κατοίκους των λοιπών χωρών κατά +26%, οι οποίες διαμορφώθηκαν στα 1.040 εκατ. ευρώ, καθώς οι εισπράξεις από κατοίκους των χωρών της ΕΕ-27 μειώθηκαν κατά -1,8% και διαμορφώθηκαν στα 1.026 εκατ. ευρώ. Αναλυτικότερα, οι εισπράξεις από κατοίκους των χωρών της ζώνης του ευρώ διαμορφώθηκαν στα 862 εκατ. ευρώ, μειωμένες κατά -5,7%, ενώ οι εισπράξεις από κατοίκους των χωρών της ΕΕ-27 εκτός της ζώνης του ευρώ αυξήθηκαν κατά +25,4% και διαμορφώθηκαν στα 164 εκατ. ευρώ. Οι εισπράξεις από τη Γερμανία αυξήθηκαν κατά +0,8% και διαμορφώθηκαν στα 297 εκατ. ευρώ ενώ οι εισπράξεις από τη Γαλλία μειώθηκαν κατά -25,0% και διαμορφώθηκαν στα 110 εκατ. ευρώ. Μειωμένες κατά -6,6% ήταν και οι εισπράξεις από την Ιταλία, οι οποίες διαμορφώθηκαν στα 110 εκατ. ευρώ. Από τις λοιπές χώρες, άνοδο κατά +23,4% παρουσίασαν οι εισπράξεις από το Ηνωμένο Βασίλειο, οι οποίες διαμορφώθηκαν στα 168 εκατ. ευρώ ενώ και οι εισπράξεις από τις ΗΠΑ αυξήθηκαν κατά +36,8% και διαμορφώθηκαν στα 325 εκατ. ευρώ.
με πληροφορίες από ertnews.gr, SETE, Eurobank