Την πρακτική των τραπεζών να επιβάλουν μια σειρά νέων χρεώσεων, ή να αυξάνουν ήδη υπάρχουσες, στις τραπεζικές συναλλαγές καυτηριάζουν με Ερώτησή τους προς τους Υπουργούς Οικονομικών και Ανάπτυξης και Επενδύσεων 44 Βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ.
Οι αυξήσεις σε χρεώσεις, ή η δημιουργία νέων χρεώσεων σε μια σειρά τραπεζικών συναλλαγών έχει οδηγήσει σε εύλογο προβληματισμό τους πολίτες, από τη στιγμή που με το νέο έτος αυξάνεται στο 30% το ύψος των δαπανών που θα πρέπει να δηλώσουν κάνοντας χρήση ηλεκτρονικών συναλλαγών. Η νέα πρακτική των Τραπεζών είναι η χρέωση για συναλλαγές, που μέχρι τώρα ήταν δωρεάν, όπως η ερώτηση υπολοίπου, ή η αλλαγή του PIN. Να σημειωθεί, για παράδειγμα, ότι η αλλαγή PIN ανά τακτά χρονικά διαστήματα, συνιστάται από τις τράπεζες για λόγους ασφαλείας, ενώ η ερώτηση υπολοίπου σε ηλεκτρονικά μηχανήματα, έγινε με σκοπό την αποφυγή ταλαιπωρίας πολιτών και τραπεζικών υπαλλήλων. Από τέτοιου είδους χρεώσεις τραπεζικών συναλλαγών οι συστημικές τράπεζες τα τελευταία χρόνια έχουν καταφέρει να διπλασιάσουν την κερδοφορία τους. Ταυτόχρονα, στα ύψη παραμένουν τα επιτόκια των πιστωτικών καρτών, μέχρι και 19%, όταν το μέσο ονομαστικό επιτόκιο καταθέσεων βρίσκεται στο 0,26%.
Πέρα από τις χρεώσεις σε μια σειρά συναλλαγών που μέχρι σήμερα εύλογα ήταν δωρεάν, παρατηρείται το φαινόμενο το ύψος των χρεώσεων των τραπεζικών συναλλαγών να είναι πανομοιότυπο στο σύνολο των τραπεζών, με συνέπεια να τίθεται ζήτημα καταχρηστικότητας, που σύμφωνα με την Ερώτηση των Βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, θα πρέπει να διερευνηθεί από την Επιτροπή Ανταγωνισμού.
Με την Ερώτησή τους οι Βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ καλούν τους αρμόδιους Υπουργούς να διατυπώσουν αφενός, τις πρωτοβουλίες που θα αναλάβουν προκειμένου να πραγματοποιηθεί η αποκλιμάκωση των επιτοκίων των πιστωτικών καρτών και του κόστους παροχής τραπεζικών υπηρεσιών με ηλεκτρονικά μέσα και αφετέρου, τα μέτρα που θα προλαμβάνουν πρακτικές εναρμονισμού των τραπεζών στην ίδια τιμολογιακή πολιτική, οι οποίες υπονομεύουν κάθε έννοια ανταγωνισμού σε βάρος των καταναλωτών.