Καμία από τις πολλές μικρές μεταλλάξεις του ιού που έχουν ανιχνευθεί δε φαίνεται να έχει αυξήσει πραγματικά τη μεταδοτικότητά του μεταξύ των ανθρώπων.
Σύμφωνα με νέα διεθνή μελέτη που πραγματοποιήθηκε από Βρετανούς και Γάλλους επιστήμονες, με επικεφαλής τον καθηγητή Φρανσουά Μπαλού και τη δρα Λούσι βαν Ντορπ του Ινστιτούτου Γενετικής του Πανεπιστημιακού Κολλεγίου του Λονδίνου (UCL), αναλύθηκαν γονιδιώματα του κορονοϊού από 49.723 ασθενείς με Covid-19 σε 99 χώρες, έως τον Ιούλιο, στα οποία δε βρέθηκαν μεταλλάξεις που να επιταχύνουν τη διασπορά του ιού.
«Πρέπει να παραμείνουμε σε εγρήγορση και να συνεχίσουμε να παρακολουθούμε τις νέες μεταλλάξεις, ιδίως όταν θα αρχίσουν οι εμβολιασμοί», ανέφερε η δρ Ντορπ.
Οι κορονοϊοί αποτελούν ιούς RNA, οι οποίοι, κατά το πέρας του χρόνου, μπορεί να εμφανίσουν μεταλλάξεις με τους εξής τρείς διαφορετικούς τρόπους: λόγω σφάλματος κατά την αντιγραφή του γενετικού υλικού τους στη διάρκεια του πολλαπλασιασμού τους, μέσω αλληλεπιδράσεων με άλλους ιούς που μολύνουν το ίδιο ανθρώπινο κύτταρο (ανασυνδυασμός) ή μέσω αλληλεπίδρασης με το ανοσοποιητικό σύστημα των ανθρώπων.
Οι περισσότερες μεταλλάξεις είναι ουδέτερες, ενώ μερικές μπορεί να αποδειχθούν ωφέλιμες ή επιζήμιες για τον ιό. Τόσο οι ουδέτερες όσο και οι ωφέλιμες μπορούν να γίνουν συχνότερες στην πορεία του χρόνου.
Πράγματι, έχουν εντοπιστεί 12.706 μεταλλάξεις του ιού, από τις οποίες δεν έχει εντοπιστεί καμία που να ευθύνεται για αύξηση της μεταδοτικότητας της ασθένειας. Αντίθετα, οι συχνότερες μεταλλάξεις που συμβαίνουν είναι ουδέτερες για τον ιό.
πηγή: ert.gr